Ἀπὸ τὸν σχολιασμὸ γιὰ τὴν Ἀγριόπαπια τοῦ Ἑρρίκου Ἴψεν, σελ. 41-2, ὑπ. 33.

Τὸ 1814, μετὰ τοὺς Ναπολεόντειους Πολέμους καὶ τὴν ἧττα τῆς Δανίας, ἡ Νορβηγία ἔπαψε νἆναι κομμάτι τῆς Δανικῆς ἐπικράτειας ὕστερ᾽ ἀπὸ τετρακόσια χρόνια, κι ἀπέκτησε δικό της κοινοβούλιο: τὸ Storting. Ὅμως, μέχρι τὸ 1905, βρισκόταν σ᾽ ἕνωση μὲ τὴ Σουηδία ὑπὸ τὸ Σουηδικὸ Στέμμα. Οἱ κυβερνητικοὶ λειτουργοὶ θεωροῦνταν ἀξιωματοῦχοι τοῦ Στέμματος κι ὡρίζονταν ἀπ᾽ τὸ βασιλιᾶ. Ὁ πολιτικὸς κόσμος ἦταν χωρισμένος σὲ δύο παρατάξεις: τοὺς συντηρητικοὺς κ᾽ ὑποστηρικτὲς τοῦ Στέμματος, δεξιούς (Høyre), καὶ τοὺς προοδευτικοὺς ἀριστερούς (Venstre). Τὸ 1882, ἡ νίκη τῆς Ἀριστερᾶς ὑπῆρξε σαρωτική στὶς ἐκλογὲς τοῦ κοινοβουλίου: 83 ἕδρες στὸ σύνολο τῶν 114. Ἡ δεξιὰ κυβέρνηση ἀρνήθηκε νὰ παραιτηθῇ. Τὸ 1884 ἱδρύεται τὸ πρῶτο Νορβηγικὸ κόμμα: τῶν Φιλελεύθερων. Τὴν ἴδια χρονιά, ἡ παληὰ κυβέρνηση ἀποπέμφθηκε μ᾽ ἄσκηση μομφῆς τοῦ κοινοβουλίου· ὁ βασιλιᾶς Ὄσκαρ Β΄ ἀναγκάστηκε νὰ δώσῃ ἐντολὴ σχηματισμοῦ κυβέρνησης στοὺς Φιλελεύθερους. Ὁ ἡγέτης τους, Johan Sverdrup (1816-92, πρῶτος Νορβηγὸς πολιτικὸς ποὺ δὲν εἶχε χρηματίσει βασιλικὸς ἀξιωματοῦχος), ἔγινε ὁ πρῶτος πρωθυπουργὸς τῆς Νορβηγίας. Οἱ τρεῖς αὐλικοὶ στὸ τραπέζι τοῦ ΜΕΓΑΛΕΜΠΟΡΟΥ (καπιταλιστῆ) ΒΕΡΛΕ εἶν᾽ ἐκπρόσωποι τῆς παρηκμασμένης κάστας τῶν βασιλικῶν ἀξιωματούχων. Σὲ τούτη τὴν πράξη διακωμῳδεῖται ὁ ξεπεσμὸς κ᾽ ἡ διαπλοκή τους μὲ τὰ μεγάλα οἰκονομικὰ συμφέροντα. Ὁ ἴδιος ὁ Ἴψεν, ἀντίθετα μὲ τὸν παληόφιλό του Μπγιέρνσον (ποὺ ὑποστήριζε τοὺς ἀριστερούς), κράτησε ἴση, κριτικὴ ἀπόσταση κι ἀπ᾽ τὶς δυὸ πολιτικὲς παρατάξεις: Ἡ ἀδέσμευτη προσωπική του συνείδηση δὲν τοῦ ἐπέτρεπε νὰ προσεγγίσῃ οὔτε τὸν ἕνα, οὔτε τὸν ἄλλο.

Ἰωάννης Σβέρντρουπ. Προοδευτικὸς πολιτικός. 1816-92.