fbpx

Ἄρθρα

Βάθος

[Ἐκ τοῦ ἰψενικοῦ Κεκαυμένου (= Brand), πρᾶξις Ε΄· μετάφρασις Θεοδοσίου Ἀγγ. Παπαδημητροπούλου.]

I slig en Stund
Ἐν τοιαύτῃ ὥρᾳ
​en lodder ej sin egen Bund;
οὐδεὶς ἑαυτοῦ πυθμένα βυθομετρεῖ·
hvert Dyb et dybere har under;
πᾶν βάθος ἕτερον βαθύτερον ὑπέχει·
en vil, en viger og en stunder!
εἷς ἐθέλει, ἕτερος ἀρνεῖται καὶ τρίτος χρονοτριβεῖ!

Ῥομφαία ὀρθή

[Ἐξ ἰψενικοῦ ποιήματος Ἐν ἐκθέσει πινάκων ΙΓ΄:]

Min Barndoms Eden blev lukket og stængt,
Νεότητος ἐμῆς Ἐδὲμ ἀποκεκλεισμένη,
Og jeg stod udenfor Gjærdet;
καὶ ἵσταν ἀπέναντι τοῦ παραδείσου τρυφῆς·
Min Confirmationsdragt paa Væggen hængt, –
ἔνδυσις ἐν βαπτίσει, τοίχῳ κεκρεμασμένη..-
Ak, det var Ceruben med Sverdet!
ἆ, χερουβὶμ ἦν μετὰ τῆς ῥομφαίας ὀρθῆς!

[Ψηφιδωτὸν ἐκ Παλέρμου Σικελίας, μέσα ΙΒ΄ αἰῶνος: emisit Adam de paradiso Deus et posuit cherup costudem cum flameo gladio = ἐξέβαλεν Ἀδὰμ ἐκ παραδείσου Θεὸς καὶ ἔταξε χερουβὶμ μετὰ φλογίνης ῥομφαίας.]

Solhaug

Ἀπὸ τὴν Γιορτὴ στὸ Σούλχαουγκ τοῦ Ερρίκου Ἴψεν, μετάφρασι-σχολιασμός: Θεοδόσης Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλος, ἐκδόσεις ΘΑΠ, Ἀθήνα 2019, σελ. 46, ὑπ. 52.

Ἡ ἐτυμολογία τοῦ τίτλου στὸ δρᾶμα ἔχει ὡς ἑξῆς: Solhaug < sol [= ἥλιος] + haug [= λόφος]· πιθανὲς ἑλληνικὲς ἀποδόσεις: Ἡλιόλοφος/Λιακόλοφος.

Λογομαχία

Ἀπὸ τὸν Κατιλίνα τοῦ Ἑρρίκου Ἴψεν, μετάφρασι-σχολιασμός: Θεοδόσης Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλος, ἐκδόσεις ΘΑΠ, Ἀθήνα 2019, σελ. 142-3:

ΑΥΡΗΛΙΑ:
Καρδιά εἰχε λεύτερη, σωστό ᾿στεκε τὸ πνεῦμα,
ὡσότου δάγκωμα φιδιοῦ τοῦ σάπισε τὰ σπλάχνα.

ΦΟΥΡΙΑ:
Φρέσκα, χλωρὰ καὶ πράσινα τοῦ πλάτανου τὰ φύλλα,
ὡσότου ὁλόγυρα κισσός μὲ χάδια νὰ τὸν πνίξῃ.

Τὸ ξίφος σου γοργογυρίζεις

Ἀπὸ τοὺς Πολεμιστὲς στὸ Χέλγκελαντ, μετάφρασι-σχολιασμός: Θεοδόσης Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλος, ἐκδόσεις ΘΑΠ, Ἀθήνα 2020, σελ. 47:

Ἐσὺ τὸ ξίφος σου γοργογυρίζεις
καὶ κόβει τὸ δικό σου χτύπημα πολύ·
ὁ ἴδιος αὐτός ὁ Ἰσχυρὸς ὁ Σίγκουρντ
μεγάλη θένα πάρῃ ἀπὸ σένα ντροπή!

Μικρογραφία ἐκ τοῦ ψαλτηρίου τῆς Στουτγάρδης (περίπου 830 μ. Χ.).