Ἀπὸ τἩν ἀγριόπαπια τοῦ Ερρίκου Ἴψεν, μετάφρασι-σχολιασμός: Θεοδόσης Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλος, ἐκδόσεις ΘΑΠ, γ΄ ἔκδοση, Ἀθήνα 2019, Παράρτημα, σελ. 215:
Τί κρίμα ποὺ τὶς καλύτερες μας σκέψεις τὶς ἔχουνε συλλάβει τὰ χειρότερα καθάρματα!
Ἀπὸ τἩν ἀγριόπαπια τοῦ Ερρίκου Ἴψεν, μετάφρασι-σχολιασμός: Θεοδόσης Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλος, ἐκδόσεις ΘΑΠ, γ΄ ἔκδοση, Ἀθήνα 2019, Παράρτημα, σελ. 215:
Τί κρίμα ποὺ τὶς καλύτερες μας σκέψεις τὶς ἔχουνε συλλάβει τὰ χειρότερα καθάρματα!
Ἀπὸ τἩν ἀγριόπαπια τοῦ Ερρίκου Ἴψεν, μετάφρασι-σχολιασμός: Θεοδόσης Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλος, ἐκδόσεις ΘΑΠ, 3η ἔκδοση, Ἀθήνα 2019, σελ. 198, ὑπ. 158:
Ἂν ἡ ΧΕΝΤΒΙΓΚ συμβολίζει τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ ποὺ σταυρώθηκε (γιὰ τίς «ἁμαρτίες» τῆς ΓΚΙΝΑΣ καὶ τοῦ ΓΙΑΛΜΑΡ), ὁ ΓΚΡΕΓΚΕΡΣ εἶν᾽ ὁ Ἰούδας ποὺ μὲ τὰ λόγια του ὑποσκάπτει τὴν εἰρήνη τῶν Ἔκνταλ· μὲ τὴν ἄκαμπτη στάση καὶ τὴν ξεροκεφαλιά του προδίδει τὴν ἴδια τὴ ζωή. Ἡ δική του αὐτοκτονία δὲ συμβαίνει ὅμως ἀκαριαῖα – ὅπως τοῦ Ἰσκαριώτη –, ἀλλ᾽ ἀργὰ καὶ βασανιστικά λόγῳ τοῦ ἐνδιαφέροντός του γιὰ κάποιον ἄλλον -τὸν ΓΙΑΛΜΑΡ καὶ τὴν οἰκογένειά του (πρβλ σελ. 217). Ὁ ἴδιος ὁ ΓΚΡΕΓΚΕΡΣ αἰσθάνεται ἀπὸ νωρὶς στὸ ἔργο πὼς πάει νὰ συναντήσῃ τὸ θάνατό του (ἴδε τὸ διάλογο μὲ τὸν πατέρα του στὸ τέλος τῆς Γ΄ πράξης) ποὺ ἀκόμα μαρτυρικώτερα γιὰ κεῖνον δέ συμβαίνει μές στὸ ἔργο (ὡς ἀναποδογυρισμένος ΜΠΡΑΝΤ δέ νοιώθει τὴν ἄγρια χιονοστιβάδα νὰ τὸν καταπλακώνῃ). Λόγῳ φανατισμοῦ, ἀδυνατεῖ νὰ ἐννοήσῃ ὅτι ὁ καθένας θαὔρῃ τὴν ἐλευθερία μοναχός του -μὲ τὸν τρόπο ποὺ τοῦ ἐπιβάλλει ἡ δική του ἰδιοσυγκρασία. Ἡ χοντροκοπιά του διέλυσε ἕνα σπίτι καὶ στοίχισε μιὰ παιδικὴ ζωή. Τώρα τοῦ μένει τὸ κλαδὶ καὶ ἡ θηλειά…
Ἀπὸ τἩν ἀγριόπαπια τοῦ Ερρίκου Ἴψεν, μετάφραση-σχολιασμός: Θεοδόσης Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλος, ἐκδόσεις ΘΑΠ, 3η ἔκδοσι, Ἀθήνα 2019, σελ. 134.
ΡΕΛΛΙΝΓΚ: Δέν εἶναι περισσότερο σαλεμένος ἀπ᾽ τὸν πολὺ κοσμάκη. Ἀλλὰ μιὰ ἀρρώστια σίγουρα φωλιάζει μέσα του… Ὑποφέρει ἀπὄναν ὀξὺ πυρετὸ τιμιότητας.
Ἀπὸ τἩν ἀγριόπαπια τοῦ Ερρίκου Ἴψεν, μετάφραση-σχολιασμός: Θεοδόσης Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλος, ἐκδόσεις ΘΑΠ, 3η ἔκδοση, Ἀθήνα 2019, σελ. 36-7.
Ἡ πρώτη πράξη ἐκτυλίσσεται στὴν οἰκία τοῦ ΜΕΓΑΛΕΜΠΟΡΟΥ ΒΕΡΛΕ καὶ οἱ ὑπόλοιπες στὸ σπίτι τοῦ φωτογράφου ΓΙΑΛΜΑΡ ΕΚΝΤΑΛ.
Στὴν οἰκία τοῦ ΜΕΓΑΛΕΜΠΟΡΟΥ ΒΕΡΛΕ.
Πλούσια διακοσμημένο καὶ ἄνετο δωμάτιο ἐργασίας. Ράφια μὲ βιβλία καὶ ταπετσαρισμένα ἔπιπλα. Ἔπιπλο γραφείου μὲ χαρτιὰ κ᾽ ἔγγραφα στὴν μέση τοῦ χώρου. Ἀναμμένες λάμπες μὲ πράσινα ἀμπαζούρ, ὥστε νὰ εἶναι χαμηλὸς ὁ φωτισμός. Ἀνοιχτὴ πόρτα μὲ περιστρεφόμενα φύλλα καὶ κουρτίνες τραβηγμένες πρὸς τὸν τοῖχο. Ἀπὸ μέσα φαίνεται ἄλλο μεγάλο, κομψὸ δωμάτιο μὲ δυνατὸ φωτισμὸ ἀπὸ λάμπες καὶ κηροπήγια. Μπροστὰ δεξιὰ στὸ δωμάτιο, πόρτα καλυμμένη ἀπὸ τὴν ταπετσαρία τοῦ τοίχου· ἐκείνη ὁδηγεῖ στὰ ἐμπορικὰ γραφεῖα. Μπροστὰ ἀριστερά, τζάκι μὲ κάρβουνα πυρωμένα. Ἀκόμα παραπίσω, δίφυλλη πόρτα γιὰ τὴν τραπεζαρία.
Τίτλος πρωτοτύπου: Vildanden: Skuespil i fem akter.
Εἶδος: Ρεαλιστικὸ δρᾶμα.
Πρώτη παράσταση: 09/01/1885 (Ἐθνικὸ Θέατρο τοῦ Μπέργκεν).
Ἔτος πρώτης ἔκδοσης πρωτοτύπου: 11/11/1884.
Ἔτος πρώτης μετάφρασης: Σουηδικά (1885).
Τόπος τῆς πλοκῆς: Νορβηγία (μᾶλλον κοντὰ στὸ Βόλντα -βορειότερα τοῦ Μπέργκεν).
Ἐποχὴ τῆς πλοκῆς: 19ος αἰῶνας.
Σημαντικώτερο δραματουργικὸ ὑλικό: Τὸ λυρικὸ ποίημα: Τὸ θαλασσοπούλι, τοῦ Γιόχανν Σεμπάστιαν Βέλχαβεν.
Πρόσωπα τοῦ ἔργου: Ο ΜΕΓΑΛΕΜΠΟΡΟΣ ΒΈΡΛΕ, ΓΚΡΈΓΚΕΡΣ ΒΕΡΛΕ, Ο ΓΕΡΟ-ΈΚΝΤΑΛ, ΓΙΆΛΜΑΡ ΕΚΝΤΑΛ, ΓΚΊΝΑ, ΧΈΝΤΒΙΓΚ, ΚΥΡΙΑ ΣΈΡΜΠΥ, ΡΈΛΛΙΝΓΚ, ΜΌΛΒΙΚ, Ο ΛΟΓΙΣΤΗΣ ΓΚΡ῀ΩΜΠΕΡΓΚ, ΠΈΤΤΕΡΣΕΝ, ΓΙΈΝΣΕΝ, ΕΝΑΣ ΠΑΧΥΣ ΚΥΡΙΟΣ, ΕΝΑΣ ΦΑΛΑΚΡΟΣ ΚΥΡΙΟΣ, ΕΝΑΣ ΜΥΩΠΑΣ ΚΥΡΙΟΣ, ΕΞΙ ΑΛΛΟΙ ΚΥΡΙΟΙ, ΜΙΣΘΩΜΕΝΟΙ ΣΕΡΒΙΤΟΡΟΙ.
Ἔκταση: Πεντάπρακτο.
Εἰσαγωγὴ τῆς πλοκῆς: Ἐπιστρέφει στὴν πόλη ἀπὸ τὰ ἔργα ψηλὰ στὸ Χόινταλ, ὁ γυιὸς τοῦ ΜΕΓΑΛΕΜΠΟΡΟΥ ΒΕΡΛΕ, ΓΚΡΕΓΚΕΡΣ. Σ’ ἕνα δεῖπνο πρὸς τιμήν του, ξανασυναντάει τὸν παληό του φίλο ΓΙΑΛΜΑΡ ΕΚΝΤΑΛ· ἐνθυμούμενος τὰ δικά του οἰκογενειακὰ ζητήματα, ἀποφασίζει νὰ βάλῃ μιὰ τάξη στὸν οἶκο τοῦ ἀποκατεστημένου πιὰ φίλου του…
Σκηνικὲς ὁδηγίες στὴν ἀρχὴ τοῦ ἔργου.