fbpx

Ἱστολόγιο

Πολεμιστές

Ἀπὸ τοὺς Πολεμιστὲς στὸ Χέλγκελαντ, μετάφρασι-σχολιασμός: Θεοδόσης Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλος, ἐκδόσεις ΘΑΠ, Ἀθήνα 2020, σελ. 35, ὑπ. 19.

Πρωτότυπο: hærmænd-ene < ἀρχαισκανδιναυικὸ hermaðr < her (= στρατός) + maðr (= ἄνδρας), δηλαδὴ ἄνδρας τοῦ στρατοῦ, πολεμιστής· γενικώτερα μὲ τὴν ἑξῆς ἐπ’ ἴσης ἔννοια: ἀνδρειωμένος/παλληκάρι. Κατὰ τοῦτο μεταφράζει ἡ Klingenfeld στὰ Γερμανικά: Die Helden (= ἥρωες, κοντινὴ ἀπόδοσι μὲ τὰ παλληκάρια) auf Helgeland (μᾶλλον ἀπὸ ἐκεῖ καὶ ἡ πρώτη ἀπόδοσι τοῦ τίτλου στὴν Ἑλληνικὴ ἀπὸ τὸν Ντιτζόρτζιο τὸ 1939), ἐν ᾧ ὁ W. Archer ἀνάγεται στὸ ἀρχαιοσκανδιναυικὸ πλαίσιο: The Vikings at Helgeland· ὅμως, στὸ ἔργο οἱ λέξεις hærmændene καὶ vikinger δέν λειτουργοῦν πάντα ἐναλλάξιμα. Ἀπεφασίσθη ἐδῶ, λοιπόν, καί ἡ ἐτυμολογικῶς ἀκριβὴς ἀπόδοσι. Ἡ ἴδια ἡ χρήσι ἀποτελεῖ ἀρχαϊσμό· θ᾽ ἀνέμενε κάποιος τὴν λέξι: krigerne στὴν θέσι της.

Τὸν νεκρό…

Ἀπὸ τὸν Ὄλαφ Λίλιεκρανς τοῦ Ἑρρίκου Ἴψεν, μετάφρασι-σχολιασμός: Θεοδόσης Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλος, ἐκδόσεις ΘΑΠ, Ἀθήνα 2020, σελ. 95.

Τὸν νεκρὸ τόνε φέρνω
μὲ θλίψη γιὰ τὸν τάφο·
στὰ σκουλήκια τόνε δίνω –
στὸ χῶμα κεῖθε κάτω.

Βαρύ γιὰ μᾶς φορτίο.
Μὲ πένθος τραγουδᾶμε.
Τὸ ἀγόρι στὸ κυτίο
βόλτα στερνή τὸ πᾶμε!

Θὰ στήσουμε γιορτή…

Ἀπὸ τὴν Γιορτὴ στὸ Σούλχαουγκ τοῦ Ἑρρίκου Ἴψεν, μετάφρασι-σχολιασμός: Θεοδόσης Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλος, ἐκδόσεις ΘΑΠ, Ἀθήνα 2019, σελ. 97.

Ἐδῶ ἔξω, ἔδω ἔξω θὰ στήσουμε γιορτή,
μὲ τὰ πουλάκια κοιμισμένα,
στὰ λούλουδα καὶ σὲ χαρὰν εὐωδιαστή –
μὲ τὰ σημυδόδεντρα ὀρθωμένα.

Ἐδῶ ἔξω, ἔδω ἔξω εἴμαστε ὅλοι χαρωποί.
Μὲ στόματα τραγουδισμένα
πᾶν τὰ βάσανα σὰ δοξάριν ἀκουστῇ –
μὲ τὰ σημυδόδεντρα ὀρθωμένα.

Ἄνθρωπος τῶν λεύτερων ἀγέρηδων…

Ἀπὸ τν ἀγριόπαπια τοῦ Ερρίκου Ἴψεν, μετάφρασι-σχολιασμός: Θεοδόσης Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλος, ἐκδόσεις ΘΑΠ, 3η ἔκδοση, Ἀθήνα 2019, σελ. 89.

Πῶς ἕνας ἄντρας σὰν ἐσᾶς – τῶν λεύτερων ἀγέρηδων* – κάθεται σὲ μιὰ βασανιστικὴ πόλη -ἀνάμεσα σὲ τέσσερα ντουβάρια;

*Πρωτότυπο: friluftsmand (= ἄνθρωπος τῶν λεύτερων ἀγέρηδων). Ἡ λέξη: friluftsliv (= ζωὴ στοὺς λεύτερους ἀγέρηδες) εἶναι ἰψενικὸς νεολογισμός· ἀναφέρεται πρώτη φορὰ στὸ ποίημά του: Στὰ ἀπέραντα ὕψη (På vidderne).

Συνημμένος ὁ πίναξ τοῦ Ἰωάννου Γκύντε: Νορβηγικὰ ὑψίπεδα (1857).

Δέν μπορῶ νὰ δαμάσω τὴν πέννα…

Ἀπὸ τὴν Λαίδη Ἴνγκερ τοῦ Ἔστρωτ τοῦ Ερρίκου Ἴψεν, μετάφρασι-σχολιασμός: Θεοδόσης Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλος, ἐκδόσεις ΘΑΠ, Ἀθήνα 2019, σελ. 161:

Ὄχι, ὄχι, ὄχι… Δέν μπορῶ νὰ δαμάσω τὴν πέννα μου σήμερα! Τὸ κεφάλι μου φλέγεται καὶ πονάει… [] Πόσο κάνει, συνήθως, ἕνα πτῶμα ν᾽ ἀρχίσῃ νὰ σαπίζῃ;.. Πρέπει ν᾽ ἀεριστοῦν ὅλα τὰ δωμάτια. Τίποτα δὲ θἄχῃ ὁλοκληρωθῆ ἐδωμέσα, ὡσότου γίνῃ αὐτό.