fbpx

Ἄρθρα

Ἑρρίκου Ἴψεν «Καθ’ ὕπνον»: Εἰς ᾍδου κάθοδος

Τὸ πρῶτον μαρτυρούμενον κείμενον τοῦ Ἑρρίκου Ἴψεν ἀπὸ σχολικῶν αὐτοῦ ἐτῶν καὶ ἡ κομβικὴ τούτου παρουσία ἐν ὅλῳ τῷ ἔργῳ τοῦ δραματουργοῦ καὶ συγγραφέως κατὰ τὸ ἁγιογραφικὸν περιεχόμενον.

Τὸ νεραϊδικὸ τοῦ δράματος

Ἐκ τῆς Νύχτας τ’ Ἁγιαννιοῦ τοῦ Ἑρρίκου Ἴψεν, μετάφρασις-σχολιασμός: Θεοδόσης Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλος, ἐκδόσεις ΘΑΠ, Ἀθήνα 2018, σελὶς 41.

Ἐκ τῶν Προσώπων τοῦ δράματος: ΕΝΑ ΝΕΡΑΪΔΙΚΟ.

ΝΕΡΑΪΔΙΚΟ (ὑποσημείωσις): Alfer (πρωτότυπο, παράβαλε ἐξωτικό)· μυθολογικὰ πλάσματα ποὺ ζοῦν κρυμμένα στὴ Φύση· γι᾽ αὐτὸ καὶ τ᾽ ὄνομα Huldufοlk (= ὑπόγειος/κρυμμένος λαός). Παρακάτω στὸ δρᾶμα τὸ ΝΕΡΑΪΔΙΚΟ καλεῖ τὸν λαό του νὰ βγῇ ἀπὸ τὶς κρυψῶνες του.

νύχτα-τ-αγιαννιού-ερρίκος-ίψεν-θεοδόσης-αγγ-παπαδημητρόπουλος

Ὦ μικρά, ἀναρριγόντα καὶ πτωχά μου πλάσματα…

Ἐκ τοῦ: Νόρμα ἢ ἑνὸς πολιτικοῦ τὴν ἀγάπη τοῦ Ἑρρίκου Ἴψεν, μετάφρασις-σχολιασμός: Θεοδόσης Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλος, ἐκδόσεις ΘΑΠ, Ἀθήνα 2018, σελ. 45.

ΝΟΡΜΑ:

Ὦ μικρά, ἀναρριγόντα καὶ πτωχά μου πλάσματα,
εἰς τὰ λεπτά σας σκέλη ἀδύνατον σταθῆτε·
δύσμοιρο πρᾶγμα ποὺ εἶναι – ἀντικρύστε! –
ἡ μήτηρ ὑμῶν -ἡ μήτηρ τοιαύτης γενεᾶς ἀθλίας!
Ἀπὸ γενέσεώς των, ἐγὼ ἐξεκίνησα ἀπ᾽ εὐθείας:
Ἔσκαπτον τάφον, ἔχουσα τὰς μπότας τῆς μαγείας
διὰ νὰ φθάσω εἰς τὸν τόπον ὤκιστα τῆς ἐρημίας!
Καὶ ὁλάκερος ἡ εὐθύνη τὸν Σεβῆρον – ναί, τοῦτον! – βαρύνει·
ἂν δέν εἶχε εἰς τὸν νοῦν τοσούτως τὴν ἀπίστευτον βιασύνη,
ἐγὼ ἤθελον γίνει μήτηρ, λέγω, προφανῶς
δύο παίδων σωστῶν, ὑγιῶν καὶ δυνατῶν…

μπότας τῆς μαγείας: πρωτότυπον Syvmilsstøvler (=οἱ μπότες ⟨που τρέχουν⟩ μίλια ἑπτά), ἐκ τῶν νορβηγικῶν δημωδῶν παραμυθίων.

νόρμα-ερρίκος-ίψεν-θεοδόσης-αγγ-παπαδημητρόπουλος

Καὶ σὲ μένα σὰν τί ἀπομένει;..

Ἐκ τοῦ Τάφου τοῦ πολεμιστῆ τοῦ Ἑρρίκου Ἴψεν, μετάφρασις-σχολιασμός: Θεοδόσης Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλος, ἐκδόσεις ΘΑΠ, ἐν Ἀνθούσῃ Μεσσηνίας ͵ΒΚΔ΄ (2024), σελ. 65.

ΜΠΛΑΝΚΑ:

Ἔφυγε, πάει, καὶ σιωπή
μένει στὴν ἔρημην ἀκτή.
Πλήρης σιωπή, τάφου σιωπή
ποὺ κυβερνάει τὴν ψυχή.

Ἦρθε, χάνεται καὶ πάει
στὴν ὁμίχλη σὰν ἀχτῖδα;
Σὰ γλάρος γοργοπετάει
πέρα μακριὰ τὴ νύχτα!

Καὶ σὲ μένα, ἄχ!, λοιπὸν σὰν τί ἀπομένει;
Μέσα στὰ ὄνειρα μου λουλουδάκι μένει.
Μοναχή μου μέσ᾽ στὸν Πόντο κολυμπάω,
θαλασσοβάτης στὴν πλώρη του γυρνάω!

τάφος-του-πολεμιστή-ερρίκος-ίψεν-θεοδόσης-αγγ-παπαδημητρόπουλος

Ἦταν ὡραῖα τὰ ὄνειρά μου κάποτε…

Ἐκ τοῦ Κατιλίνα τοῦ Ἑρρίκου Ἴψεν, μετάφρασις-σχολιασμός: Θεοδόσης Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλος, ἐκδόσεις ΘΑΠ, Ἀθήνα 2019, σελ. 100.

Ἦταν ὡραῖα τὰ ὄνειρά μου κάποτε. Μεγάλα ὁράματα
μ᾿ ἐπισκέπτονταν καὶ χάνονταν ἀπ᾿ τὴ θωριά μου…
Σὰν τὸν Ἴκαρο ὀνειρευόμουν ψηλὰ
π᾿ ἀνέβηκε μὲ τὰ φτερά, στὸ θόλο τ᾿ οὐρανοῦ.
Ὀνειρεύτηκα θεούς νὰ ὁπλίζουνε τὸ χέρι μου
μὲ τὴ μέγιστη τὴ δύναμη τῆς ἀστραπῆς.
Ἅρπαξα μεμιᾶς τὴν ἀστραπή στὸ πέταγμά μου –
κατακεραύνωσα τὴν πόλη κάτω.
Οἱ φλόγες – πορφυρές! – ὠρθώνονταν σὰ γλῶσσες
κ᾿ ἡ Ρώμη ἐρείπια γίνονταν μές σὲ καπνὸ καὶ σκόνη!
Φώναξα μὲ δυνατή, ἀγέρωχη φωνὴ
καὶ βγῆκαν ἀπ᾿ τὰ μνήματα τοῦ Κάτωνα τ᾿ ἀδέρφια…
Χιλιάδες πνεύματα σηκώθηκαν μὲ τὴν κραυγή
καὶ νέα φανερώθηκε ἡ Ρώμη ἀπὸ τὶς στάχτες!

Τοῦ Κάτωνα τ᾿ ἀδέρφια: Ὁ Κάτων ὁ Τιμητής (234-149 π.Χ.), ἦταν γνωστὸς στὴν Ἀρχαιότητα γιὰ τὰ συντηρητικά του ἤθη.

κατιλίνας-ερρίκος-ίψεν-θεοδόσης-αγγ-παπαδημητρόπουλος