[Ἱστορικὸ σημείωμα τοῦ Θεοδόση Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλου γιὰ τὸν Κατιλίνα, σελ. 44.]

Ἡ Ρώμη, μετὰ ἀπὸ δυὸ αἰῶνες νικηφόρων πολέμων καὶ κατακτήσεων, βρισκόταν πιὰ τὸν 1o αἰῶνα π.Χ. στὸ μεταίχμιο: Ἢ θὰ συνέχιζε ὡς πόλις-κράτος νὰ ἐξουσιάζῃ Ἰταλοὺς συμμάχους καὶ κτήσεις, ἢ θὰ μεταλλασσόταν ἐσωτερικά, γιὰ νὰ καταστῇ οἰκουμενικὴ ὀντότητα ὅπου ἡ στρατιωτικὴ δύναμη θὰ φρόντιζε τὰ σύνορα ἐγγυόμενη τὴν ἐσωτερικὴν εἰρήνη. Ἦταν σαφές πὼς τὸ παληὸ καθεστώς, κατὰ τὸ ὁποῖο ἡ Σύγκλητος ἄτυπα βρισκόταν πίσω ἀπὸ κάθε σημαντικὴ ἀπόφαση, δέν λειτουργοῦσε πλέον. Ὁ πολιτικὸς λόγος τῶν ἀριστοκρατῶν δέν ἔφτανε γιὰ νὰ διοικηθῇ ἡ τεράστια ἐπικράτεια. Μοιραῖα, ἡ ἰσχὺς ἄρχισε νὰ συγκεντρώνεται στὰ χέρια λίγων, καθὼς κι ὁ πλοῦτος. Ἀνέμπνευστος, ἕρμαιο τῶν ἰσχυρῶν καὶ χρεοκοπημένος, ὁ ρωμαϊκὸς λαός – ὑποβιβασμένος πιὰ σ᾿ ὄχλο – ἦταν ἕτοιμος ν᾿ ἀκούσῃ καὶ ν᾿ ἀκολουθήσῃ καθέναν ποὺ τοῦ ὑποσχόταν τὴν πρότερη εὐμάρεια…