[Ἀπὸ τὴν ἀνάλυση τῆς τραγωδίας τοῦ Θεοδόση Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλου στὴ σχολιασμένη του ἔκδοση τοῦ ἔργου:]

Μιὰ μυστήρια δύναμη εἶναι μές σ’ ὅλα σου τὰ λόγια, ἀναφωνεῖ ὁ ΣΙΓΚΟΥΡΝΤ στὴν Γ΄ πράξη, καθὼς συλλογίζεται ὅ,τι τοῦ λέει ἡ ΓΙΕΡΝΤΙΣ -μιὰ δύναμη ἀνορθολογική, ἔξω ἀπὸ κοινωνικὰ σχήματα καὶ παραδεδομένα, μακριὰ ἀπὸ τὰ εὐλογοφανῆ καὶ συνηθισμένα -μιὰ δύναμη θεμελιωδῶς τραγική.

Παρακάμπτοντας τὰ σημαντικὰ κίνητρα τοῦ Ἴψεν, ποὺ δέν πρέπει νὰ λησμονοῦνται καὶ οὔτε νὰ ὑποτιμοῦνται, γιὰ τὴν ἐμπέδωση κι ἀποκάλυψη μιᾶς ἐθνικῆς συνειδήσεως στὴ νεοσύστατη Νορβηγικὴ ἐπικράτεια τοῦ 19ου αἰῶνος, ἀναρωτᾶται ὁ σύγχρονος μή Νορβηγὸς τί μένει ἀπὸ τὸ δρᾶμα. Ἡ ἀπάντηση κρύβεται στὴν παραπάνω ρήση τοῦ ΣΙΓΚΟΥΡΝΤ. Ἂν τὸ ἔργο ἰδωθῇ μές ἀπ᾽ αὐτήν, τότε διασῴζεται ὡς τραγῳδία κατὰ τὸ εἶδος κ᾽ ἐπιτυγχάνεται ὁ σκοπὸς τοῦ δημιουργοῦ. Ἡ ἀπογοητευμένη σύζυγος στὸ Χέλγκελαντ δέν στέκει μόνον ὡς προανάκρουσμα τῆς ἡρωίδος ἀπὸ τὴν Ἕντα Γκάμπλερ, ἀλλὰ κι ὡς αὐτοτελὴς τραγικὴ μορφὴ στὸ ὅλο ἰψενικὸ πάνθεον.