Ἀπὸ τοὺς Μνηστῆρας τοῦ θρόνου τοῦ Ἑρρίκου Ἴψεν, μετάφρασι-σχολιασμός: Θεοδόσης Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλος, ἐκδόσεις ΘΑΠ, Ἀθήνα 2021, σελ. 147-8.
ΓΙΑΤΓΚΑΪΡ (Στέκεται στὴν μέση τῆς αἴθουσας):
Γιὰ τὴ συνέλευση φυσοῦν τὰ βούκινα τοῦ Σκοῦλε
᾽ς τῆς πόλεως τοῦ Νίδαρος ν᾽ ἀρχίσῃ ἡ λειτουργία·
ὁ Σκοῦλε ἐγίνη βασιλεύς μὲ κωδωνοκρουσίες,
καὶ μ᾽ ἦχο καθαρόν, ἀσπίδας προστασία.
Ὁ βασιλεὺς προβαίνει ἐκεῖ στὸ πέρασμα τοῦ Ντόβρε,
χιλιάδες ᾽πίσω ἀκολουθοῦν εἰς τόπον χιονισμένο·
ἐτρόμαξαν τοῦ Γκούντμπραντσνταλ κ᾽ ἐτρέμαν πάνω ἐκεῖθε –
ἐδῶκαν τίμημα βαρύ ᾽ς ἀσῆμι πληρωμένο.
Ὁ βασιλεὺς ὁ Σκοῦλε ἐτραύηξεν εἰσὲ τοῦ Μιὲ τὸν πόντο,..
᾽ς τ᾽ Ὄππλαντ αὐτὸς κατέπεσε κ᾽ ἐν τέλει ἐκεῖνο ὠρκίσθη·
ὁ βασιλεὺς ὁ Σκοῦλε ἐτραύηξε μέσ᾽ ἀπ᾽ τὸ Ράουμρίκε,
πρὸς Λῶκα τὴν περιοχή, ᾽ς τὸ Νάννεσταντ ἐστάθη.
Ἤτανε τότε ἡ ἐποχὴ Μεγάλης Ἑβδομάδος
᾽ποῦ ἔφθασε ᾽πάνωθε ὁ στρατὸς τῶν Μπίρκεμπάινερ ὅλος,
κι ὁ Κνοὺτ ὁ κόμης κεῖ μπροστά..- ἀσπίδα πέφτει χάμω
κ᾽ ἐπροσκυνήθη πιὰ μεμιᾶς τοῦ βασιλέως ὁ λόγος.
Καθὼς τὸ λέγουν σίγουρο, ἀπ᾽ τὸν καιρὸν τοῦ Σβέρρε
ποτές ὁ χρόνος πόλεμον δὲν εἶχε συναντήσει
νὰ βάφουν λούλουδα τῆς γῆς πολεμιστῶν τὰ ξίφη,
τὴν πεδιάδα ὁλόκερη ᾽ποῦ εἶχε τὸ χιόνι ἀσπρίσει.
Οἱ Μπίρκεμπάινερ πηδοῦν καὶ τρέχουνε νὰ φύγουν..-
αὐτοὶ τσεκούρια ἀφήσανε κι ἀσπίδες ἐπετάξαν·
μὰ ἑκατοντάδες μείνανε ᾽ξωπίσω – δέν ἐφύγαν –,
κάτω ἁπλώμενα τὰ κορμιὰ ᾽ς τὸν πάγον ἐξυλιάσαν…
Κανείς δὲν ᾽ξεύρει γιὰ νὰ εἰπῇ σὰν ποῦ νὰ ἐπῆγε ὁ Χῶκον..-
πόλεις ὁ Σκοῦλε ὁ βασιλεύς καὶ πύργους κυβερνάει.
Χαῖρε, ὤ, χαῖρε, βασιλεῦ, ἐσένα καθισμένον
τῆς Νορβηγίας ὁλάκερης ὁ θρόνος νὰ βαστάῃ!